NEWSLETTER

Συπληρώστε το email σας
για να λάβετε τις προσφορές
και τα νέα της Bookstation

Κατηγορίες / . / Θρησκεία / Θεολογία / Υπό την σκιάν της Θείας Χάριτος και την Σκέπην της Θεομήτορος

SΜΑSΗ CUΤ ΡΒ

Υπό την σκιάν της Θείας Χάριτος και την Σκέπην της Θεομήτορος
Νικόλαος Αρχιεπίσκοπος Τσεμποξάρσκυ και Τσουβάσκυ

Εκδόσεις
Αρμός

ISBN: 978-960-615-299-3
Μετάφραση: Ιωάννης Α. Βαμβακάς
Σελίδες: 240
Σχήμα: 14 x 21 cm/ Βάρος 0.282 kg
Εξώφυλλο: χαρτόδετο
Ημερομηνία έκδοσης: 2020

Τιμή | 10.8 €

προσθήκη στο καλάθι

 «Με απασχολούσε ο λόγος τoυ πατέρα μου, δηλαδή, τι να κάνω και πως να μπορέσω να ελέγξω τη σταθερότητα της πίστης μέσα στην καρδιά μου, τη νεανική καρδιά ενός ανώριμου παιδιού. Ήμουν ακόμα 17 χρονών· δεν ήξερα πως να σκεφτώ και τι να αποφασίσω. Από τη φύση μου ήμουν ζωηρός, χαρούμενος και εντυπωσιαζόμουν εύκολα. Από τις πρώτες ήμερες σα σχολικά θρανία με επέλεξαν στην εκκλησιαστική χορωδία όπου έπαιζα φλάουτο. Η μουσική με συνέπαιρνε και περισσότερο μου άρεσαν τα ψαλτοτράγουδα, όπως επίσης και τα χαρούμενα κοσμικά τραγούδια, τα σεμνά, όμως, όχι τα αισχρά. Χαιρόμουν να διασκεδάζω ατελείωτα και να ψυχαγωγούμαι σεμνά.»

Ο Αρχιεπίσκοπος Νικόλαος γεννήθηκε το 1893 στη Ρωσία, στην ελληνικής καταγωγής ιερατική οικογένεια Φεοντόσεφ (το ελληνικό επίθετό τους ήταν Θεοδόση). Νυμφεύθηκε και το 1921 χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας. Υπέστη πολλές διώξεις, αλλά δεν έχασε την πίστη του. Το 1960 χειροτονήθηκε Επίσκοπος. Εκοιμήθη 22 Σεπτεμβρίου 1972.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Έλληνα αναγνώστη παρουσιάζει το Ημερολόγιο του Αρχιεπισκόπου Τσεμποξάρσκυ και Τσουβάσκυ Νικολάου (κατά κόσμον Νικολάου Αντρέγεβιτς Φεοντόσεφ), ο οποίος γεννήθηκε σε ιερατική οικογένεια που έφθασε στη Ρωσία προς το τέλος του 18ου αιώνα, έξι γενεές πριν τη γέννησή του, από ελληνικές περιοχές που εκείνη την εποχή αποτελούσαν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το Ημερολόγιο, αν και δεν σώζεται ολοκληρωμένο, προσφέρει πλήρη εικόνα της μορφής του, καθώς περιλαμβάνει στοιχεία από τη ζωή και την πορεία του στο θεολογικό σεμινάριο, στον Στρατό, ως οικογενειάρχου, στη φυλακή και στην εξορία, στις ενορίες που εποίμανε, στην επαφή με την αγιασμένη-χαρακτηριστική της ρωσικής ευσέβειας-μορφή του Γέροντος Παύλου Παύλοβιτς Στοζκώφ, ο οποίος, αν και κεκοιμημένος όταν ο Νικόλαος άκουσε γι᾿ αυτόν, σημάδεψε με την αγιότητά του όλη την κατοπινή ζωή του.
Είπαν γιὰ τὸν Γέροντα Εὐσέβιο:
«Αναζητητής του απολύτου»
(Αγιος Αλβανίας, κ.κ. Αναστάσιος)
«Δεν είμαι άξιος ούτε τα κορδόνια του να λύσω»
(Μακαριώτατος πρ. Αμερικής κ.κ. Δημήτριος)
«Ο π. Ευσέβιος είναι ?γιος, παιδί μου»
(Αγιος Σωφρόνιος, Έσσεξ Αγγλίας)
«Αυτόν μην τον βλέπετε έτσι, να τον σέβεστε. Είναι ?γιος»
(Αγιος Πορφύριος, Καυσοκαλυβίτης)
«Ο π. Ευσέβιος είναι εφάμιλλος αν όχι και ανώτερος του π. Παϊσίου»
(Μακαριστός π. Γεώργιος Καψάνης, πριν την αγιοποίηση του π. Παϊσίου)
Είπε ο π. Εὐσέβιος: «Η αγάπη είναι η ζωὴ της καρδιάς μου. Ευχαριστώ τον Θεό, που μου έδωσε τις διάφορες ασθένειες να πονώ, για να καταλαβαίνω
καλύτερα τους ανθρώπους που πονούν και υποφέρουν.»
Έχοντας πλήρη επίγνωση ότι ο μοναδικός Γέροντας Ευσέβιος ήταν ένας πολύεδρος αδάμαντας της αρετής, τον οποίο από όποια οπτική γωνία και αν τον κοίταζες αισθανόσουν θάμβος, τόλμησα να τον δω με τα μάτια της ψυχής μου και η ακτινοβολία του με θάμπωσε. Στην ιερή μνήμη του, έτσι θαμπωμένος, τόλμησα ο ανάξιος να καταθέσω αυτές τις σκέψεις νομίζοντας αφελώς ότι κάτι προσφέρω. Το έκανα, για να εξωτερικεύσω την ανάγκη μου να προσφέρω από το άντλημα της καρδιάς μου «ευσεβείας νάματα». Το έκανα ενθυμούμενος τις προσωπικές πνευματικές στιγμές μαζί του, διαβάζοντας τις επιστολές που μου έστελνε και συζητώντας με στενά πνευματικά του παιδιά, όπως τον γιατρό μας Η.Π. Ο Γέροντας δεν έχει ανάγκη προβολής ως ουρανοπολίτης, ούτε ήθελε προβολές και παρουσίες στην επίγεια ζωή του. Ζούσε στην αφάνεια και τον γέμιζε η πανταχού παρουσία του Κυρίου μας, το κάλλος της μορφής του οποίου τώρα απολαμβάνει με τα ίδια του τα μάτια. Εμείς, όμως, οι ζώντες, «οι περιλειπόμενοι», έχουμε ανάγκη να δροσισθούμε με νάματα σωτηρίας. Το άντλημά μου, δυστυχώς, είναι μικρό. Ίσως, όμως, δροσίσει κάποιες διψασμένες καρδιές, οδηγώντας τες στην πηγή της ζωής, τον Χριστό μας, που τόσο ο Γέροντας Ευσέβιος αγάπησε. Έτσι, δροσισμένες στο καύμα του σύγχρονου κόσμου, του κόσμου του αιώνος τούτου, του απατεώνος, ας ανάψουν ένα κερί στην μνήμη του και ας τον επικαλεσθοῦν στα προβλήματά τους ως «Πατερούλη του ουρανού».