NEWSLETTER

Συπληρώστε το email σας
για να λάβετε τις προσφορές
και τα νέα της Bookstation

Κατηγορίες / . / Λογοτεχνία / Νεοελληνική λογοτεχνία / Ξένη Λογοτεχνία / Ξένη Λογοτεχνία I / Ξένη Λογοτεχνία II / Τα χρόνια της βραδύτητας

SΜΑSΗ CUΤ ΡΒ

Τα χρόνια της βραδύτητας
Aramburu Fernando

Εκδόσεις
Πατάκη

ISBN: 978-960-169-132-9
Μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη
Σελίδες: 256
Σχήμα: 14 x 21 cm
Εξώφυλλο: Χαρτόδετο
Ημερομηνία έκδοσης: 06/11/2020

Τιμή | 10.98 €

προσθήκη στο καλάθι

 «ΕΓΩ, ΚΥΡΙΕ ΑΡΑΜΠΟΥΡΟΥ, για τους λόγους που γνωρίζετε, όταν ήμουν μικρός πέρασα εννιά χρόνια με κάποιους συγγενείς μου από το Σαν Σεμπαστιάν. Και να πώς έγινε: Η καημένη η μητέρα μου, όταν την παράτησε εκείνος ο παλιάνθρωπος που είχε παντρευτεί, τον οποίο αρνούμαι και να ονοματίσω σ? αυτό το κείμενο, δεν ήταν σε θέση να συντηρήσει ούτε εμένα ούτε τα αδέρφια μου· έψαξε βοήθεια στο χωριό, δεν τη βρήκε, κι έτσι δεν της έμεινε άλλη λύση παρά να μας εμπιστευτεί στον Οίκο του Ελέους της Παμπλόνα. 

Έλεγε κλαίγοντας πως ήταν μόνο για μερικούς μήνες, εμείς όμως υποπτευόμαστε ότι έλεγε ψέματα για να κάνει τον εγκλεισμό μας πιο υποφερτό. Λόγω της αγάπης που τρέφαμε γι? αυτήν, κάναμε ότι πιστέψαμε πως σε λίγο καιρό θα ξαναγυρίζαμε στο σπίτι. Επειδή όμως δεν είναι αυτή η ιστορία που σας ενδιαφέρει για το μυθιστόρημά σας, θα τη συντομεύσω λέγοντας απλώς ότι η μητέρα μου είχε μια αδερφή που στα νιάτα της είχε πάει να δουλέψει σε μια πιλοποιία στο Σαν Σεμπαστιάν. Είχε μπει και υπηρέτρια στο σπίτι κάποιων Γάλλων και ούτε ξέρω τι άλλο. 

Εκεί γνώρισε τον θείο μου τον Βιθέντε Μπαρριόλα, γέννημα θρέμμα αυτής της πόλης, πιο γνωστό με το παρατσούκλι Βισεντίκο. Παντρεύτηκαν κι έκαναν δύο παιδιά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Αυτή η θεία μας, η Μαρία ντελ Πούι Αρανθάμπαλ, για μας θεία Μαριπούι, πρότεινε στη μητέρα μας να πάρει ένα από τα παιδιά της, σε καμία περίπτωση και τα τρία, αλλά μόνο το ένα, όπως είπα, επειδή δεν υπήρχε στο σπίτι της χώρος για όλα. Εγώ ήμουν ο μικρότερος, παιδάκι ακόμα, και είχα τη φήμη καλοαναθρεμμένου, γι? αυτούς τους λόγους λοιπόν ευνοήθηκα. Όσο για τ? αδέρφια μου, ανέπτυξαν έκτοτε ένα είδος τρυφερής ταύτισης που εξακολουθούν να έχουν και από την οποία εγώ δυστυχώς έμεινα αποκλεισμένος, παρόλο που τα πάω καλά και με τους δύο, καλύτερα αν τους συναντώ ξεχωριστά παρά όταν είμαστε και οι τρεις μαζί. 

Μ? αυτή τη δήλωση βάζω τέλος στην οικογενειακή εισαγωγή, που σας είναι αχρείαστη για το μυθιστόρημά σας. Ωστόσο έπρεπε να τη γράψω για να μη στερήσω νοήματος όσα ακολουθούν και επειδή, έχοντας στο μυαλό μου αυτό που μου είπατε, θεώρησα καλύτερο να έχει η εξιστόρηση των αναμνήσεών μου κάποια αρχή παρά να μην έχει καμία. Εσείς ο ίδιος με παροτρύνατε να εκφραστώ κατά το δοκούν, με ακρίβεια αλλά αδιαφορώντας για τη δομή ή το στιλ, αφού αυτό είναι δική σας δουλειά ως συγγραφέας που είστε». 

Στα τέλη της δεκαετίας του '60, ο οχτάχρονος Τσίκι πηγαίνει να ζήσει με τους θείους του στο Σαν Σεμπαστιάν. Μέσα από τα αθώα μάτια του παρακολουθούμε πώς κυλούν οι μέρες στην οικογένεια και στη γειτονιά: Ο θείος του ο Βιθέντε, άνθρωπος αδύναμου χαρακτήρα, μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στο εργοστάσιο και στο μπαρ, και στην πραγματικότητα κουμάντο στην οικογένεια κάνει η θεία του η Μαριπούι, γυναίκα με έντονη προσωπικότητα αλλά προσκολλημένη στις κοινωνικές και θρησκευτικές συμβάσεις της εποχής· η ξαδέρφη του η Μάρι Νιέβες ζει έχοντας συνεχώς το μυαλό της στα αγόρια, ενώ ο δύστροπος και λιγομίλητος ξάδερφός του Χουλέν, επηρεασμένος από τη συστηματική κατήχηση του ιερέα της ενορίας, προσχωρεί στην ΕΤΑ, που διανύει τα πρώτα στάδια της ζωής της. Η μοίρα όλων αυτών των ανθρώπων -κοινή με τόσων άλλων κομπάρσων της Ιστορίας, στριμωγμένων ανάμεσα στην ανάγκη και στην άγνοια- θα υποστεί, χρόνια αργότερα, μια δραματική αλλαγή. 

Εναλλάσσοντας τις αναμνήσεις του πρωταγωνιστή με τις σημειώσεις του συγγραφέα, τα Χρόνια της βραδύτητας προσφέρουν επιπλέον μια έξοχη απεικόνιση για το πώς η ζωή διυλίζεται για να μετατραπεί σε μυθιστόρημα, πώς η συναισθηματική ανάμνηση μεταμορφώνεται σε συλλογική μνήμη, ενώ η διαυγής γραφή αφήνει να διαφανεί το ζοφερό υπόβαθρο ενοχής πίσω από την πρόσφατη ιστορία της Χώρας των Βάσκων.

Πηγή: δελτίο τύπου εκδ.Πατάκη